Posts Tagged With: βοσκός

«Οι καλικάντζαροι και ο βοσκός»

Ήταν, λένε, κάποτε ένας βοσκός που έχασε τα πρόβατα του. Άρχισε να τα ψάχνει γεμάτος αγωνία. Έτσι τον βρήκε η νύχτα. Και αντί να βρει αυτός τα πρόβατα του, βρήκαν τον βοσκό οι καλικάντζαροι, που μόλις νυχτώνει βγαίνουν στην γη. Εκείνος έτρεξε να ξεφύγει μα οι καλικάντζαροι τον πρόλαβαν, τον έδεσαν και τον πήγαν στην σπηλιά τους. Εκεί, στρώθηκαν στο φαΐ και στο πιοτό. Όταν απόσωσαν άρχισαν να σκέφτονται σε τι δοκιμασία να βάλουν τον βοσκό για να διασκεδάσουν. Του είπαν λοιπόν:

Θα σου χαρίσουμε την ζωή αν μας χορεύεις μέχρι το ξημέρωμα.

Αυτό ήταν ένα από τα πειράγματα που οι καλικάντζαροι έβαζαν στους ανθρώπους ώσπου αυτοί να πέσουν ξεροί. Όμως ο βοσκός ήταν ο καλύτερος χορευτής του χωριού. Και χόρεψε τόσο καλά που τα καλικαντζαράκια ενθουσιάστηκαν, του έδωσαν και δώρα και τον άφησαν ελεύθερο.

Categories: Λαογραφία, Μύθοι | Ετικέτες: ,,, | Σχολιάστε

Ο Γιάννης ο Αλήθειας!

Λαϊκό παραμύθι από την Ιταλία

Σε μια πόλη κάπου στη νότια Ιταλία που δεν έχει και πολύ σημασία το όνομά της, ζούσε ένας φτωχός νέος. Αν και μετά βίας τα έφερνε βόλτα, ο Γιάννης ήταν πολύ τίμιος άνθρωπος και ποτέ στην ζωή του δεν είχε πει ψέματα. Ούτε καν από αυτά, τα μικρούλια που συνήθως λέμε στην καθημερινή μας ζωή, όπως : «δεν διάβασα γιατί πονούσε το κεφάλι μου» ή «αρρώστησα ξαφνικά και δεν μπόρεσα να έρθω» και άλλα τέτοια. Ο Γιάννης λοιπόν, έλεγε πάντα την αλήθεια και γι’ αυτό του βγάλανε το παρατσούκλι, «ο Αλήθειας».

Χωρίς να το θέλει, η φήμη του ταξίδεψε έξω από την πόλη και την πολιτεία που ζούσε κι έφτασε μέχρι την πρωτεύουσα. Επόμενο ήταν να τον καλέσει ο βασιλιάς στο παλάτι. Βλέπετε, ήθελε να δει με τα ίδια του τα μάτια, τον πιο ειλικρινή πολίτη του βασιλείου του.

Ο Γιάννης ο Αλήθειας παρουσιάστηκε μπροστά του παρουσία και όλων των συμβούλων του βασιλιά. Άρχισαν να τον ρωτάνε διάφορα προκειμένου να επιβεβαιώσουν την φήμη του. Μετά από ώρες είχαν βγάλει την απόφασή τους. Όντως, ο Γιάννης ήταν ο πιο ειλικρινής πολίτης του βασιλείου και μπορεί κι όλου του κόσμου. Ο βασιλιάς τον συμπάθησε πάρα πολύ και του πρότεινε να μπει στην δούλεψή του. Του ανέθεσε το καλύτερο κοπάδι του και αρμοδιότητα του Γιάννη θα ήταν η φροντίδα του.

«The Shepherd». Πίνακας του Julien Dupré (1851-1910)

«The Shepherd». Πίνακας του Julien Dupré (1851-1910)

Έτσι, κάθε μέρα ο Γιάννης πήγαινε το κοπάδι για βοσκή κι όταν γυρνούσε παρουσιάζονταν πάντα μπροστά στον βασιλιά, του χάριζε μια βαθιά υπόκλιση με σεβασμό και ακολουθούσε πάντα ο ίδιος διάλογος:

Καλημέρα άρχοντά μου!

Καλημέρα και σε σένα καλέ μου Γιάννη Αλήθεια. Πώς είναι σήμερα τα πρόβατά μου;

Ομορφότερα όσο ποτέ άλλοτε!

Και οι αγελάδες μου;

Ομορφότερες όσο ποτέ άλλοτε!

Κι ο μικρός μου ο ταύρος;

Ομορφότερος όσο ποτέ άλλοτε!

Κάπως έτσι περνούσε ο καιρός κι όλα κυλούσαν όμορφα. Ο βασιλιάς δεν έχανε στιγμή χωρίς να παινέψει τον Γιάννη για την συμπεριφορά, την εργατικότητα, την τιμιότητα και την ειλικρίνειά του. Επόμενο ήταν, οι υπόλοιποι αυλικοί να αρχίσουν να ζηλεύουν τον Γιάννη και να τον φθονούν. Μαζεύτηκαν λοιπόν κρυφά και σκέφτηκαν να βρούνε τρόπο ώστε να τον οδηγήσουνε στο να πει κάποιο ψέμα και να χάσει έτσι την εύνοια του βασιλιά.

Την άλλη μέρα ο πρωθυπουργός επισκέφτηκε τον βασιλιά και του είπε:

 Μεγαλειότατε, παρακολουθώ την πρόοδο του Γιάννη Αλήθεια και με έχει γοητεύσει. Πολύ φοβάμαι όμως, ότι κάποια από αυτές τις μέρες, θα αρχίσει κι αυτός να λέει ψέματα.

Αγαπητέ μου πρωθυπουργέ, πολύ φοβάμαι ότι η διαίσθηση σου δεν λειτουργεί καλά. Αποκλείεται ο Γιάννης να πει κάποιο ψέμα.

Μα μεγαλειότατε, όλοι ψεύδονται. Αποκλείεται να μείνει ο Γιάννης έτσι.

Μην επιμένεις. Ο Γιάννης διαφέρει από τους υπόλοιπους.

Αφήστε με να σας αποδείξω ότι κι ο Γιάννης λέει ψέματα. Θα τον δοκιμάσω και θα δούμε.

Πολύ καλά. Δοκίμασέ τον. Αν ο Γιάννης πει ψέμα, θα διωχθεί από το παλάτι και την δούλεψή μου. Αν όμως δεν το καταφέρεις, τότε θα διώξω εσένα.

Ο πρωθυπουργός γύρισε στο σπίτι του ανήσυχος γιατί δεν περίμενε αυτήν την απάντηση από τον βασιλιά. Η γυναίκα του, μόλις τον είδε ρώτησε να μάθει τί έχει και είναι στεναχωρημένος μα αυτός δεν της απάντησε. Μετά από πιέσεις όμως της τα είπε με το νι και με το σίγμα.

Γι’ αυτό στεναχωριέσαι άντρα μου. Άστο σε μένα!

Ήταν η απάντηση της γυναίκας του με την οποία και τον καθησύχασε. Την άλλη μέρα κιόλας ανέβηκε στο βουνό ψάχνοντας να βρει τον Γιάννη. Όταν τον αντάμωσε, του ζήτησε να αγοράσει τον μικρό ταύρο του βασιλιά μα ο Γιάννης αρνήθηκε. Του έταξε περισσότερα χρήματα μα και πάλι αρνήθηκε. Του υποσχέθηκε και δόξα μα ο Γιάννης δεν άλλαζε γνώμη. Τότε η γυναίκα άρχισε να κλαίει και να παρακαλάει τον Γιάννη λέγοντάς του ότι είναι μεγάλη ανάγκη. Του είπε ότι ο άντρας της είναι βαριά άρρωστος και χρειάζεται την καρδιά του ταύρου για να τον γιατρέψει. Μόνο τότε ο Γιάννης λύγισε, κι άρχισε να σκέφτεται σοβαρά το ενδεχόμενο να δώσει τον ταυρό στην γυναίκα.

Καλά, μα τι θα πω στον βασιλιά μόλις τον αντικρίσω;

Πες του πως σου ξέφυγε από το κοπάδι και τρέχοντας έπεσε στον γκρεμό ή μπορείς ακόμα να του πεις ότι μια αγέλη λύκων όρμησε και τον κατασπάραξε.

Ο Γιάννης ο Αλήθειας συμφώνησε τελικά αν και βαθιά μέσα του δεν το ήθελε. Έσφαξε τον ταύρο και πρόσφερε έναντι αμοιβής την καρδιά του στην γυναίκα η οποία έφυγε τρέχοντας προσπαθώντας να μην δείξει την ικανοποίησή της ότι τον ξεγέλασε.

Δεν πέρασε πολύ ώρα κι ο Γιάννης άρχισε να σκέφτεται, τί θα πει στον βασιλιά.

Πήρε ένα ξύλο από παραδίπλα και το έμπηξε στο χώμα. Κρέμασε την κάπα του πάνω σε αυτό, έβαλε και στην κορυφή του το καπέλο του. Φαντάστηκε πως ήταν ο βασιλιάς. Έσκυψε μπροστά του κι άρχισε να κάνει πρόβες το τί θα έλεγε μόλις τον συναντούσε…

Καλημέρα άρχοντά μου!

Καλημέρα και σε σένα καλέ μου Γιάννη Αλήθεια. Πώς είναι σήμερα τα πρόβατά μου;

Ομορφότερα όσο ποτέ άλλοτε!

Και οι αγελάδες μου;

Ομορφότερες όσο ποτέ άλλοτε!

Κι ο μικρός μου ο ταύρος;

Δεν γνωρίζω άρχοντά μου. Το έσκασε από το κοπάδι χθες το απόγευμα.

Μα όχι. Δεν έμεινε ικανοποιημένος από την τελευταία του απάντηση και ξεκίνησε ξανά από την αρχή…

Καλημέρα άρχοντά μου!

Καλημέρα και σε σένα καλέ μου Γιάννη Αλήθεια. Πώς είναι σήμερα τα πρόβατά μου;

Ομορφότερα όσο ποτέ άλλοτε!

Και οι αγελάδες μου;

Ομορφότερες όσο ποτέ άλλοτε!

Κι ο μικρός μου ο ταύρος;

Άσχημα τα νέα μεγαλειότατε. Χθες το μεσημέρι, κάτι τον τσίμπησε κι άρχισε να τρέχει μανιασμένος κι έπεσε στον γκρεμό και σκοτώθηκε.

Μα ούτε και τώρα ο Γιάννης ικανοποιήθηκε και δοκίμασε ξανά και ξανά και ξανά. Μόνο προς το απόγευμα του ήρθε μια ιδέα κι όταν την δοκίμασε έμεινε ευχαριστημένος. Έτσι, γύρισε στο παλάτι και αφού άφησε το κοπάδι πήγε και κοιμήθηκε ήσυχος. Την άλλη μέρα το πρωί, έκανε άλλη μια πρόβα τα λόγια που θα έλεγε και μετά κίνησε για να συναντήσει τον βασιλιά. Εκεί βρισκότανε κι ο πρωθυπουργός που είχε ενημερώσει ήδη τον βασιλιά για την προηγούμενη μέρα. Ο Γιάννης υποκλίθηκε μπροστά στον βασιλιά…

Καλημέρα άρχοντά μου!

Καλημέρα και σε σένα καλέ μου Γιάννη Αλήθεια. Πώς είναι σήμερα τα πρόβατά μου;

Ομορφότερα όσο ποτέ άλλοτε!

Και οι αγελάδες μου;

Ομορφότερες όσο ποτέ άλλοτε!

Κι ο μικρός μου ο ταύρος;

Όλοι περίμεναν με περιέργεια να ακούσουν το ψέμα που θα έλεγε ο Γιάννης, ο οποίος απάντησε χωρίς δισταγμό!

Τον μικρό σας ταύρο, τον έσφαξα εχθές το πρωί και την καρδιά του την έδωσα σε μια γυναίκα που την χρειαζότανε για τον άντρα της. Με πλήρωσε καλά. Είμαι έτοιμος να δεχτώ όποια τιμωρία διατάξεται, αλλά ψέματα δεν μπορώ να πω!

Τα χαμόγελα όλων που περίμεναν ότι ο Γιάννης θα έλεγε ψέματα, πάγωσαν. Ο βασιλιάς σηκώθηκε από τον θρόνο του και πλησίασε τον Γιάννη.

Όχι, δεν θα σε τιμωρήσω Γιάννη γιατί μου είπες την αλήθεια. Αντίθετα, θα τιμωρήσω αυτούς που προσπάθησαν να σε κάνουν να πεις ψέματα.

…και με τα λόγια αυτά, ο βασιλιάς έδιωξε από το παλάτι τον πρωθυπουργό του και διόρισε τον Γιάννη στην θέση του. Από τότε, μόνο αλήθειες ακούγονταν σε αυτό το βασίλειο!

Πηγή: Από το βιβλίο «Παραμύθια απ’ όλο τον κόσμο» των εκδόσεων Gutenberg

Διασκευή-απόδοση: Χρήστος Π. Τσίρκας

Categories: Ξένα παραμύθια, Παραμύθια για μάτια | Ετικέτες: ,,,, | Σχολιάστε

Βοσκός (και το χαμένο μοσχάρι)

Μύθος του Αισώπου!

ο βοσκόςΚάποτε, ένας βοσκός είχε βγάλει το κοπάδι με τους ταύρους στην εξοχή. Μετά από ώρα, συνειδητοποίησε ότι είχε χαθεί ένα μοσχάρι. Άρχισε να ψάχνει από εδώ, έπειτα από εκεί, μα πουθενά δεν μπορούσε να βρει το ζωντανό. Τότε, έτρεξε και προσευχήθηκε στον Δία, κάνοντάς του τάμα να θυσιάσει ένα κατσίκι σε περίπτωση που βρει τον κλέφτη. Στη συνέχεια, έφυγε και πάλι για να ψάξει το μοσχάρι μέχρι που βρέθηκε σε ένα δάσος. Κάτι μουγκανητά άκουσε πίσω από κάτι θάμνους κι έτρεξε προς τα εκεί. Ήταν όντως το μοσχάρι του, αλλά βρισκότανε στα δόντια ενός άγριου λιονταριού το οποίο κοίταξε τον βοσκό με την διαπεραστική του ματιά. Τότε ο βοσκός ύψωσε τα χέρια προς τον ουρανό και είπε στον Δία:

Αφέντη Δία, πριν ώρα που προσευχόμουνα σε εσένα, υποσχέθηκα να σου προσφέρω θυσία ένα κατσίκι αν με βοηθήσεις να βρω τον κλέφτη που πήρε το μοσχάρι μου. Τώρα σου προσφέρω ένα μοσχάρι, αν με γλιτώσεις εμένα από τα δόντια του κλέφτη.

Πολλές φορές οι άνθρωποι παρακαλάμε απεγνωσμένα να βρούμε κάτι. Όταν τελικά το βρίσκουμε, ευχόμαστε να μην το είχαμε ζητήσει ποτέ.

Categories: Ελληνικά παραμύθια, Μύθοι | Ετικέτες: ,,,,, | Σχολιάστε

Ο ψεύτης βοσκός

Ήταν κάποτε ένας βοσκός που είχε ένα κοπάδι με αρκετά πρόβατα και ένα μαντρί έξω από το χωριό του. Κάθε πρωί, οδηγούσε τα πρόβατα σε ένα καταπράσινο λόφο κοντά στο μαντρί και τα άφηνε να βοσκήσουν με την ησυχία τους.

Συνήθως περνούσε την ώρα του παίζοντας την φλογέρα του, αλλά να που μία μέρα την ξέχασε στο μαντρί. Μην έχοντας τι να κάνει, σκέφτηκε να σκαρώσει μία φάρσα στους συγχωριανούς του. Ανέβηκε λοιπόν σε ένα βράχο και άρχισε να φωνάζει προς την κατεύθυνση του χωριού:

Βοήθεια συγχωριανοί. Λύκοι τρων τα πρόβατα μου. Τρέξτε. Βοήθεια!

Η Αλεξάνδρα, η Άννα-Μαρία και η Αλεξάνδρα, συνεργάστηκαν και ζωγράφισαν μαζί  εμπνευσμένες από τον μύθο "Ο ψεύτης βοσκός".

Η Αλεξάνδρα, η Άννα-Μαρία και η Αλεξάνδρα, συνεργάστηκαν και ζωγράφισαν μαζί εμπνευσμένες από τον μύθο «Ο ψεύτης βοσκός».

Οι άντρες του χωριού άρπαξαν ότι βρήκαν μπροστά τους και έτρεξαν να βοηθήσουν τον βοσκό, που μόλις τους είδε άρχισε να γελάει με το πάθημα τους.

Ο βοσκός, όπως φαίνεται, βρήκε πολύ αστείο αυτό που έκανε, αφού το επανέλαβε κάνα δυο φορές ακόμα και κάθε φορά οι συγχωριανοί του έτρεχαν να τον βοηθήσουν.

Βοήθεια συγχωριανοί. Λύκοι τρων τα πρόβατα μου. Τρέξτε. Βοήθεια!

Κανείς όμως δεν πήγε να τον βοηθήσει αφού όλοι νόμιζαν ότι για άλλη μια φορά ήθελε να γελάσει μαζί τους.

Ο Ανέστης ζωγράφισε εμπνευσμένος από τον μύθο "Ο ψεύτης βοσκός".

Ο Ανέστης ζωγράφισε εμπνευσμένος από τον μύθο «Ο ψεύτης βοσκός».

Εκείνη την φορά οι μόνοι που γέλασαν ήταν οι λύκοι. Βρήκαν πρώτης τάξεως φαγητό και το έφαγαν με την ησυχία τους. Μόνο ένας άνθρωπος εκεί κοντά κάτι φώναζε αλλά όπως είναι γνωστό οι λύκοι δεν γνωρίζουν την ανθρώπινη γλώσσα για να καταλάβουν τι έλεγε και έτσι συνέχισαν ανενόχλητοι το φαγητό τους.

Categories: Ελληνικά παραμύθια, Μύθοι | Ετικέτες: ,,, | 10 Σχόλια

Δημιουργήστε ένα δωρεάν ιστότοπο ή ιστολόγιο στο WordPress.com.

Αρέσει σε %d bloggers: