Posts Tagged With: τσακάλι

Η γριά κατσίκα που ξεγέλασε το λιοντάρι.

Παραδοσιακό παραμύθι από την Ινδία –

Απόδοση: Χρήστος Τσίρκας.

Στα χρόνια τα παλιά, που τα ζώα είχαν κι αυτά μιλιά που ήταν κατανοητή σε εμάς τους ανθρώπους, μια κατσίκα ζούσε κοντά σε ένα πυκνό δάσος. Είχε γεράσει και αδυνατούσε να ακολουθεί συνέχεια το κοπάδι της. Πάντα έμενε πίσω και προχωρούσε μοναχή.

goat final

Μια μέρα, ο βοσκός που είχε βγάλει το κοπάδι για βοσκή, έγειρε στην σκιά ενός δέντρου για να ξαποστάσει. Εκεί όμως, τον πήρε ο ύπνος και καθώς ήταν κουρασμένος, ξύπνησε αργά το μεσημέρι. Όταν συνειδητοποίησε την ώρα που είχε περάσει, μάζεψε γρήγορα-γρήγορα τα κατσίκια του και πήρε το δρόμο της επιστροφής. Μα η γριά κατσίκα, δεν μπορούσε να τα ακολουθήσει με τον ίδιο ρυθμό κι έτσι την βρήκε το σκοτάδι μέσα στο δάσος. Μη ξέροντας προς τα που να πάει, αποφάσισε να βρει ένας ασφαλές μέρος για να περάσει το βράδυ της χωρίς να κινδυνεύσει από τα άγρια ζώα.

Όπως περπατούσε, αντίκρισε μια σπηλιά σε έναν βράχο που τον έκρυβε ένας λόφος. Κίνησε προς τα εκεί μα όταν έφτασε, ανακάλυψε πως ήταν η φωλιά ενός τεράστιου και άγριου λιονταριού. Τα έχασε και δεν ήξερε τι να κάνει. Αν γύριζε την πλάτη της προσπαθώντας να φύγει το λιοντάρι θα την ορμούσε στα σίγουρα και θα την έτρωγε. Τότε, αποφάσισε να ρισκάρει και να λειτουργήσει με πονηριά.

Το λιοντάρι από την άλλη, μόλις την είδε να μπαίνει στην φωλιά του, απόρησε για το θάρρος της. Κανένα άλλο ζώο δεν τολμούσε να πλησιάσει την σπηλιά. Όλα φοβόντουσαν το λιοντάρι. Έτσι, την ρώτησε απορημένος…

Ποια είσαι εσύ που δεν με φοβάσαι και μπαίνεις με αυτό το θράσος στην σπηλιά μου;

Είμαι η βασίλισσα των κατσικιών. Χρόνια ολόκληρα τώρα, εξουσιάζω τη φυλή μας. Επειδή όμως τα χρόνια περνάνε, πρέπει να πραγματοποιήσω την υπόσχεση που είχα δώσει την μέρα που με χρίσανε βασίλισσα.

Και τι υπόσχεση είχες δώσει;

…ρώτησε το λιοντάρι που δεν πίστευε στα ματιά του.

Όταν έγινα βασίλισσα, υποσχέθηκα ότι πριν πεθάνω πρέπει να φάω πενήντα τίγρεις, τριάντα ελέφαντες και δέκα λιοντάρια. Μέχρι τώρα έφαγα τις τίγρεις και τους ελέφαντες. Μόλις ξεκίνησα να ψάχνω για λιοντάρια κι ευτυχώς που βρήκα εσένα. Θα είσαι το πρώτο μου λιοντάρι.

Το λιοντάρι μόλις άκουσε την τρελή υπόσχεση της κατσίκας τρομοκρατήθηκε και το έβαλε στα πόδια. Έτσι καθώς έτρεχε, συνάντησε στον δρόμο ένα τσακάλι. Το τσακάλι τα έχασε που είδε το λιοντάρι τόσο φοβισμένο να τρέχει και το ρώτησε τι συμβαίνει. «Το και το»…το λιοντάρι, εξήγησε στο τσακάλι την όλη ιστορία κι όταν τέλειωσε, το τσακάλι έβαλε τα γέλια.

Χα,χα,χα…πρώτη μου φορά ακούω κάτι τέτοιο. Είμαι σίγουρος πως κάτι βρομάει εδώ. Πάμε να μου δείξεις αυτή τη βασίλισσα των κατσικιών.

Λιοντάρι και τσακάλι, επιστρέφουν μαζί στην σπηλιά, ενώ η κατσίκα βρισκόταν ακόμα εκεί. Με το που πέρασαν την σπηλιά και στάθηκαν απέναντί της, η κατσίκα ψύχραιμη, πλησίασε προς το μέρος τους και με αυστηρή φωνή αποκρίθηκε προς το τσακάλι.

Τι πράγματα είναι αυτά τσακάλι; Εγώ σε διέταξα να ψάξεις και να μου φέρεις δέκα λιοντάρια κι εσύ μου φέρνεις μόνο ένα. Με απογοητεύεις. Θα με αναγκάσεις να φάω κι εσένα.

Το λιοντάρι, μόλις άκουσε τα λόγια της κατσίκας, πίστεψε ότι το τσακάλι τον κορόιδεψε και ότι τον οδήγησε σε παγίδα κι όρμησε πάνω του να τον κατασπαράξει. Εκείνη την ώρα η κατσίκα βγήκε από την σπηλιά κι άρχισε να τρέχει προς το σπίτι με όση αντοχή είχε, ενώ το τσακάλι και το λιοντάρι πολεμούσε το ένα το άλλο.

Categories: Ξένα παραμύθια, Παραμύθια για μάτια | Ετικέτες: ,, | Σχολιάστε

Το λιοντάρι, το τσακάλι και ο άνθρωπος

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, το Λιοντάρι, ο βασιλιάς της ζούγκλας και το Τσακάλι ο μυστικοσύμβουλός του, συναντήθηκαν για να συζητήσουν πώς θα αντιμετωπίσουν τους εχθρούς του βασιλείου. Κάποια στιγμή το Λιοντάρι άρχισε να καυχιέται για τη δύναμή του.

– Είμαι το πιο δυνατό και το πιο έξυπνο ζώο. Μονάχα εγώ αξίζει να είμαι βασιλιάς.

Το Τσακάλι πάντα κολάκευε το Λιοντάρι, όμως αυτή τη φορά, αποφάσισε να του δώσει ένα μάθημα.

– Ολα τα ζώα αναγνωρίζουν τη δύναμη και την εξυπνάδα σου. Δυστυχώς όμως, υπάρχει ένα ζώο πιο δυνατό από σένα. Το λένε άνθρωπο, και το αρσενικό του ο άνδρας, έχει πολλά χαρίσματα.

– Πάμε να μου το δείξεις. Πρόσεξε όμως, γιατί αν με κοροϊδεύεις θα το πληρώσεις ακριβά.

Μπροστά το Τσακάλι πίσω το Λιοντάρι, άρχισαν να περιπλανιούνται στη σαβάνα αναζητώντας τον άνδρα, το πιο δυνατό ζώο στον κόσμο. Στον δρόμο τους συνάντησαν ένα αγόρι.

– Αυτός είναι ο πανίσχυρος άνδρας;

…ρώτησε το Λιοντάρι.

– Οχι. Αυτός δεν έχει γίνει ακόμα άνδρας, βασιλιά μου.

…απάντησε το Τσακάλι.

Υστερα από λίγο συνάντησαν έναν γέροντα, που βάδιζε με σκυμμένο το κεφάλι, στηριγμένος σ’ ένα μπαστούνι.

-Αυτός είναι ο πανίσχυρος άνδρας;

…ρώτησε και πάλι το Λιοντάρι.

– Οχι, βασιλιά μου.  Κάποτε ήταν πανίσχυρος άνδρας, αλλά δεν είναι πια.

…του απάντησε και πάλι το Τσακάλι.

Συνέχισαν να βαδίζουν ώσπου σε λίγο συνάντησαν έναν νεαρό που είχε βγει με τα σκυλιά του να κυνηγήσει και τότε του είπε το Τσακάλι…

– Αυτός είναι ο άνδρας, βασιλιά μου. Αναμετρήσου μαζί του κι αν τον νικήσεις, τότε είσαι στ’ αλήθεια το πιο δυνατό ζώο στον κόσμο.

– Τώρα θα δει με ποιον έχει να κάνει

…είπε το Λιοντάρι, ενώ το Τσακάλι έτρεξε να κρυφτεί πίσω από τους θάμνους για να παρακολουθήσει με ασφάλεια τη μονομαχία Ανθρώπου και Λιονταριού.

Μ’ έναν δυνατό βρυχηθμό, το Λιοντάρι όρμησε προς τον κυνηγό, αλλά πριν προλάβει να τον πλησιάσει, τα σκυλιά το περικύκλωσαν. Χωρίς να τους δώσει μεγάλη σημασία, τα παραμέρισε με την πατούσα του και τα σκόρπισε, αλλά αυτά συνέχισαν να γαβγίζουν και να του δείχνουν τα δόντια τους. Τότε, ο άνδρας πυροβόλησε και χτύπησε το Λιοντάρι στον ώμο. Ούτε τώρα πτοήθηκε το Λιοντάρι και επιτέθηκε στον κυνηγό. Εκείνος, γρήγορος σαν αστραπή, έβγαλε το ατσάλινο μαχαίρι του και χτύπησε με δύναμη το ζώο. Το Λιοντάρι τρομαγμένο, το έβαλε στα πόδια, ενώ σφύριζαν στ’ αυτιά του οι σφαίρες του κυνηγού.

– Τι λες, λοιπόν; Συνεχίζεις να είσαι το πιο δυνατό ζώο στον κόσμο;

…ρώτησε το Τσακάλι όταν το Λιοντάρι λαχανιασμένο έφτασε κοντά του. Και το Λιοντάρι απάντησε…

– Οχι Τσακάλι. Παραχωρώ τον τίτλο μου σ’ αυτόν τον -πώς τον είπες;- άνθρωπο. Δεν έχω δει άλλον σαν αυτόν. Στην αρχή έστειλε δέκα από τους σωματοφύλακές του να μου χιμήξουν. Μετά, όταν προσπάθησα να τον πλησιάσω, έφτυσε φωτιά καταπάνω μου. Κι ύστερα, όταν άρχισα να παλεύω μαζί του, ξεκόλλησε από το σώμα του ένα από τα πλευρά του και μ’ αυτό με πλήγωσε άσχημα. Για να γλιτώσω τον θάνατο, αναγκάστηκα να το βάλω στα πόδια και τότε άρχισε να μου πετάει καυτές μπάλες που με τσουρούφλισαν. Οχι Τσακάλι. Σ’ αυτόν αξίζει ο τίτλος του πιο δυνατού στον κόσμο.

«Το λιοντάρι, το τσακάλι και ο άνθρωπος» είναι ένα παραμύθι από τη Νότια Αφρική

Categories: Ξένα παραμύθια, Παραμύθια για μάτια | Ετικέτες: ,,,,, | 1 σχόλιο

Δημιουργήστε ένα δωρεάν ιστότοπο ή ιστολόγιο στο WordPress.com.

Αρέσει σε %d bloggers: