Μεγάλη Πέμπτη: «Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου…»

Και φθάνει εκείνη η αποφράδα μέρα που όλη η πλάση σκύβει υποκλινόμενη και βουβοί συμμετέχουμε όλοι στην κορύφωση του Θείου Δράματος. Σήμερα Μεγάλη Πέμπτη όλοι παρακολουθούμε τα Πάθη του Χριστού, την Σταύρωση και τον θάνατο Του.

Η Μεγάλη Πέμπτη είναι αφιερωμένη στο Μυστικό Δείπνο, στην προσευχή στην Γεσθημανή, στην προδοσία του Ιούδα, στη σύλληψη του Ιησού, στην ανάκριση από τον Άννα, στην άρνηση του Πέτρου και στην καταδίκη του Χριστού από τον Καϊάφα.

Το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης τελείται ο εσπερινός της Μεγάλης Παρασκευής μαζί με την Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου. Οι ιερείς κατά την ετοιμασία της Θείας Κοινωνίας εξάγουν δύο «αμνούς». Πρόκειται δηλαδή για το τμήμα του άρτου το οποίο μεταβάλλεται σε σώμα Χριστού. Το ένα από τα δύο το διατηρούν σε ασφαλές σημείο (αφού το τεμαχίσουν και το αποξηράνουν) στο αρτοφόριο πάνω στην αγία τράπεζα για έναν ολόκληρο χρόνο για τη Θεία Μετάληψη των πιστών σε έκτακτες περιπτώσεις.

Η Εκκλησία μας, σε συνέχεια του Όρθρου της Μεγάλης Τετάρτης, αφιερώνει αυτή την μέρα σε τέσσερα γεγονότα τα οποία περιγράφονται στα Ευαγγέλια και τα οποία συνέβησαν σύμφωνα με τις ευαγγελικές αναφορές λίγο πριν τη Σταύρωση: τον Μυστικό Δείπνο, την τελετή του Νιπτήρος, την προσευχή στον κήπο της Γεσθημανής και την προδοσία του Ιούδα.

Τα παραπάνω γεγονότα περιγράφονται στα δώδεκα ευαγγέλια που διαβάζονται στην Εκκλησία το βράδυ κατά την διάρκεια του Όρθρου της Μεγάλης Παρασκευής. Η διαφορά με τον Όρθρο της Μεγάλης Πέμπτης είναι ότι συμπεριλαμβάνονται περισσότερες λεπτομέρειες αναφορικά με τα προαναφερθέντα τέσσερα περιστατικά, όλα τα γεγονότα μετά την προδοσία και ο θάνατος του Ιησού.

Ο Ιερός Νιπτήρας, δηλαδή το πλύσιμο των ποδιών των 12 Αποστόλων από τον Ιησού Χριστό, όπως περιγράφεται στα Ευαγγέλια του Ματθαίου (23, 6-12), του Λουκά (22, 24-28) και του Ιωάννη (13, 1-20), στο οποίο ο Ιησούς διδάσκει στους μαθητές του την ταπείνωση. Ο Χριστός έπλυνε τα πόδια των μαθητών Του και τα σκούπισε με το «λεντίον» (πετσέτα) που είχε ζωστεί, σε ένδειξη της μέγιστης ταπείνωσής Του. Παράλληλα τους είπε:

Αν, λοιπόν, εγώ ο Κύριος κι ο Διδάσκαλος σας έπλυνα τα πόδια, έχετε κι εσείς την υποχρέωση να πλένετε ο ένας τα πόδια του άλλου, όποιος θέλει να είναι πρώτος, να είναι τελευταίος απ’ όλους.

Τους συμβούλεψε να μην επιζητούν ποτέ να είναι πρώτοι αλλά να αγαπούν και να στηρίζουν ο ένας τον άλλον. Η πιο σημαντική ίσως για τις δύσκολες μέρες που βιώνει σήμερα η ανθρωπότητα:

«Αγαπάτε αλλήλους…»

Ο Μυστικός Δείπνος, όπως περιγράφεται στα Ευαγγέλια του Ματθαίου (26, 17-30α), του Μάρκου (14, 12-26) και του Λουκά (22, 7-23), ο Ιησούς παραθέτει στην Ιερουσαλήμ το Μυστικό Δείπνο στους 12 μαθητές του. Δεν ονομάζουμε τον Δείπνο αυτόν «μυστικό», επειδή… έγινε χωρίς να το γνωρίζουν άλλοι, αλλά επειδή ο Χριστός μύησε τους Μαθητές Του στο «Μυστήριο των Μυστηρίων», την Θεία Ευχαριστία. Τους παρέδωσε το Σώμα Του και το Αίμα Του, την αιώνια πνευματική τροφή, που παραθέτει η Εκκλησία στους πιστούς σε κάθε λειτουργική σύναξη. Τους είπε, λοιπόν, δείχνοντας το ψωμί:

Λάβετε, φάγετε, τούτο εστί το Σώμα μου, του υπέρ υμών κλώμενον εις άφεσιν αμαρτιών.

Μετά το δείπνο, έλαβε το ποτήρι με το κρασί και είπε:

Πίετε εξ αυτού πάντες. Τούτο εστί το Αίμα μου, το της Καινής Διαθήκης, του υπέρ υμών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών.

Συμβολικά στο  Μυστικό Δείπνο νιώθουμε τις δύο όψεις της αγάπης, η χαρά και η λύπη, το φως και το σκοτάδι. Η αγάπη του Χριστού προς τους μαθητές του και τον άνθρωπο φέρνει τη λύτρωση από τα πάθη. Η αγάπη όμως του Ιούδα προς τα τριάκοντα αργύρια είναι καταστροφική και τον οδηγεί από το φως στο σκοτάδι.

Ο Ιούδας αποχωρεί βάζοντας σε εφαρμογή το σχέδιο της προδοσίας του. Ο Ιησούς κάνει την τελευταία διδασκαλία στους μαθητές του, τους διδάσκει τα ανήκουστα και τελευταία μαθήματα στο όρος των Ελαιών. Όταν εκείνοι αποχωρούν, προσεύχεται.

Η Υπερφυής Προσευχή, δηλαδή η εναγώνια προσευχή του Ιησού προς τον Πατέρα του μετά τον Μυστικό Δείπνο και λίγο πριν τη σύλληψή του, όπως περιγράφεται στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη (17, 1-26), μόλις τελείωσε την προσευχή του, έφτασε ο Ιούδας με τους στρατιώτες χαιρετά και φιλά τον δάσκαλό του και τον παραδίδει στις αρχές.

Η προδοσία του Ιούδα η οποία είχε ως αποτέλεσμα τη σύλληψη του Ιησού, όπως περιγράφεται στα Ευαγγέλια του Ματθαίου (26, 47-56), του Μάρκου (14, 43-50), του Λουκά (22, 47-53) και του Ιωάννη (18, 1-11). Ο Ιούδας φθάνει με τη συνοδεία Ρωμαίων στρατιωτών. Τους υποδεικνύει τον Ιησού, δίδοντάς του ένα φιλί. Ο Ιησούς συλλαμβάνεται και οδηγείται «από τον Άννα στον Καϊάφα», στους Αρχιερείς Άννα και Καϊάφα. Περνά από δίκη. Τον ρωτούν εάν είναι ο Χριστός και εκείνος το παραδέχεται. Κρίνεται ένοχος θανάτου και κατά την διάρκεια της νύχτας ο μαθητής του ο Πέτρος τον αρνήθηκε τρεις φορές μέχρι το ξημέρωμα:

Πριν αλέκτορα φωνήσαι, τρις απαρνήση με.

Ο Χριστός οδηγήθηκε ενώπιον του Πόντιου Πιλάτου στο Πραιτώριο. Ο Πιλάτος προσπάθησε να απαλλάξει τον Ιησού από τις κατηγορίες: «Βαραβάν ή Χριστόν» αλλά τελικά υποχώρησε μπροστά στην αποφασιστικότητα των Ιουδαίων και είπε την φράση που χρησιμοποιείτε μέχρι και σήμερα: «Νίπτω τας χείρας μου».

Βλέποντας τα όλα αυτά ο Ιούδας, μετανιωμένος επιστρέφει τα «τριάκοντα αργύρια» στους Αρχιερείς και εκείνοι στην συνέχεια τα έβαλαν στον Κορβανά (ταμείο του ναού). Έπειτα αποχωρεί και αυτοκτονεί από τις τύψεις του.

Τότε αρχίζει η πορεία του Ιησού προς τον λόφο του Γολγοθά και στα Ευαγγέλια περιγράφονται τα βασανιστήρια όπως επίσης και όλο του το «ταξίδι» μέχρι να ανέβει στο βουνό -οι κραυγές των συγκεντρωμένων, η εμφάνιση του σατανά, η κούραση λόγω του μεγάλου βάρους του Σταυρού, πορφύρα, αγκάθινο στεφάνι, μαστίγωμα κ.α.

Ο Χριστός σταυρώνεται και στα ευαγγέλια περιγράφεται το περιστατικό με τους δύο ληστές, με τον έναν να μετανοεί και να ζητάει συγχώρεση την οποία και παίρνει. Ο Ιησούς παρακαλάει τον πατέρα του να τον λυτρώσει από το μαρτύριο και τελικά υποκύπτει στα τραύματα του, αφήνοντας το πνεύμα του επί του Σταυρού.

Ο Ιωσήφ από Αριμαθείας ζητά από τον Πιλάτο το Σώμα του για να το θάψει και η ευαγγελική διήγηση τελειώνει με την Ταφή του Ιησού και τη Σφράγιση του Τάφου του από Αρχιερείς και Φαρισαίους. Ανάμεσα στο πέμπτο και το έκτο Ευαγγέλιο ψάλλετε το αντίφωνο «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου…» και ο Εσταυρωμένος λιτανεύεται από τους ιερείς.

Σήμερον κρεμάται επί ξύλου, ο εν ύδασι την γην κρεμάσας.

Στέφανον εξ ακανθών περιτίθεται, ο των αγγέλων βασιλεύς.

Ψευδή πορφύραν περιβάλλεται, ο περιβάλλων τον ουρανόν εν νεφέλαις.

Ράπισμα κατεδέξατο, ο εν Ιορδάνη ελευθερώσας τον Αδάμ.

Ήλοις προσηλώθη, ο νυμφίος της Εκκλησίας.

Λόγχη εκεντήθη, ο υιός της Παρθένου.

Προσκυνούμεν σου τα Πάθη, Χριστέ.

Δείξον ημίν και την ένδοξόν σου Ανάστασην.

Μετάφραση:

Σήμερα κρεμάται επάνω στο ξύλο, Εκείνος που κρέμασε τη γη πάνω στα ύδατα.

Στεφάνι από αγκάθια φοράει στην κεφαλή, Εκείνος που είναι ο βασιλιάς των Αγγέλων.

Ντύνεται με ψεύτικη πορφύρα, αυτός που περιβάλλει τον ουρανό με σύννεφα.

Δέχτηκε ράπισμα, Εκείνος που στον Ιορδάνη ελευθέρωσε τον Αδάμ

Με καρφιά καρφώθηκε ο Νυμφίος της Εκκλησίας.

Με λόγχη κεντήθηκε ο Υιός της Παρθένου.

Προσκυνούμε τα πάθη σου Χριστέ.

Δείξε σε μας και την ένδοξή σου Ανάσταση.

Νεκρική σιγή απλώνεται στο ναό. Η καμπάνα χτυπάει πένθιμα. Γονατιστοί οι πιστοί, κρατώντας κεριά αναμμένα, παρακολουθούν τον Ιησού στην πορεία Του προς τον Γολγοθά, «προς το εκούσιον Πάθος». Μετά την ακολουθία οι γυναίκες ξενυχτούν τον Εσταυρωμένο. Έχουν καντήλι αναμμένο, θυμιατό, κεριά και προσεύχονται. Σε κάποιους ναούς στολίζουν αποβραδίς τον Επιτάφιο, για να ‘ναι έτοιμος στην Αποκαθήλωση να δεχτεί το Σώμα του Χριστού. Ενώ στολίζουν τον Επιτάφιο, ψέλνουν τους Χαιρετισμούς του Τιμίου Σταυρού.

Βασική ασχολία της ημέρας είναι και το βάψιμο των Αυγών, που συμβολίζει το θείο πάθος και την ανανέωση της ζωής. Για αυτό και η Μεγάλη Πέμπτη λέγεται επίσης και Κόκκινη Πέμπτη ή «Κοκκινο-Πέμπτη». Η παράδοση αναφέρει ότι η Αγία Μαρία η Μαγδαληνή πήγε στη Ρώμη και διαμαρτυρήθηκε στον Αύγουστο για το έγκλημα του Πιλάτου, αναφέροντας παράλληλα τα σχετικά με την Ανάσταση του Χριστού. Επειδή όμως ο Αύγουστος δυσπιστούσε, εκείνη τον προκάλεσε να πιστέψει στην Ανάσταση, κρατώντας ένα αυγό στο χέρι της επικαλέστηκε την βαθειά πίστη της στον Θεάνθρωπο και την Ανάσταση Του και ζήτησε να βαφτεί από το αίμα του Χριστού το αυγό. Όπως και έγινε, το αυγό που κρατούσε στα χέρια της κοκκίνισε μόνο του. Τα αυγά τα βράζουν σε νερό, όπου έχουν διαλύσει την κόκκινη βαφή, ανακατεμένη με ξύδι. Τα σκουπίζουν με καθαρή πετσέτα και τα γυαλίζουν με λάδι. Το πρώτο κόκκινο αυγό το βάζουν στο εικονοστάσι και το κρατάνε μέχρι το επόμενο Πάσχα.

Για μερικούς βάφονται κόκκινα σε ανάμνηση του χυμένου αίματος του Χριστού. Για άλλους το κόκκινο χρώμα είναι έκφραση χαράς για το ευτυχισμένο γεγονός της Ανάστασης του Κυρίου και συνάμα μέσο αποτρεπτικό κάθε κακού. Κάποιες νοικοκυρές, παλιότερα, έβαζαν μέσα στην κατσαρόλα με την βαφή κι ένα κομμάτι μαλλί ή ύφασμα και μετά μ’ αυτό έκαναν έναν σταυρουδάκι στο μέτωπο των μελών της οικογένειας κι έπειτα το έβγαζαν μαζί με τα φύλλα δάφνης από την Κυριακή των Βαΐων έξω από την κεντρική πόρτα του σπιτιού τους.

Η Μεγάλη Πέμπτη θεωρείται η πιο θλιβερή μέρα της χριστιανοσύνης.

Categories: Θρησκευτική παράδοση | Ετικέτες: ,,,, | Σχολιάστε

Πλοήγηση άρθρων

Εδώ σχολιάζετε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.

Δημιουργήστε ένα δωρεάν ιστότοπο ή ιστολόγιο στο WordPress.com.

Αρέσει σε %d bloggers: