– Λαϊκό παραμύθι της Κίνας –
Απόδοση: Χρήστος Π. Τσίρκας
Η ιστορία μας, θα μας ταξιδέψει σε ένα βασίλειο βαθιά στην ανατολή. Ένας φτωχός άνθρωπος βρέθηκε στην ανάγκη και η κακιά στιγμή τον οδήγησε σε μια άσχημη απόφαση. Να κλέψει. Μπήκε σε ένα μαγαζί και την ώρα που προσπαθούσε να κρύψει μια ξύλινη πίπα μέσα στα ρούχα του, τον πιάσανε. Τον κλείσανε φυλακή και έμεινε εκεί για αρκετό καιρό χωρίς όμως να γίνει δικαστήριο. Ο φτωχός άνθρωπος άρχισε να φοβάται για την τύχη του βλέποντας να μην γίνεται τίποτα. Άρχισε να σκέφτεται τρόπους για το πως θα βγει από την φυλακή. Σκέφτηκε να δραπετεύσει, μα η ασφάλεια των φυλακών ήταν πολύ αυστηρή και δεν είχε ελπίδες. Έτσι, προσπάθησε να χρησιμοποιήσει την πονηριά. Ένα πρωί, φώναξε τον φύλακα και ζήτησε να δει τον βασιλιά για τον οποίο είχε ένα πολύτιμο δώρο.
Ο φύλακας τον οδήγησε στον βασιλιά ο οποίος απόρησε με την επιθυμία του φυλακισμένου.
Λοιπόν; Τι είναι αυτό το πολύτιμο δώρο που έχεις να μου προσφέρεις;
Ο φτωχός άνθρωπος στεκόταν ταπεινά μπροστά στον βασιλιά. Δίχως να σηκώσει το κεφάλι του, έβαλε το χέρι του στην τσέπη και έβγαλε ένα κομμάτι τσαλακωμένο χαρτί. Το έδωσε στον βασιλιά κι αυτός το ξετύλιξε γεμάτος περιέργεια. Όταν αντίκρισε ένα κουκούτσι από αχλάδι, δεν ήξερε αν πρέπει να γελάσει ή να διατάξει να του πάρουνε το κεφάλι αμέσως. Προσπαθώντας να συγκρατήσει τον θυμό του, ρώτησε στον φτωχό άνθρωπο…
Αν δεν κάνω λάθος, αυτό εδώ είναι ένα απλό κουκούτσι από αχλάδι.
Όχι μεγαλειότατε, δεν κάνετε λάθος. Ένα κουκούτσι από αχλάδι είναι. Αλλά είναι πολύ σπάνιο. Αν το φυτέψετε θα γίνει ένα τεράστιο δέντρο, μα τα αχλάδια του δεν θα είναι συνηθισμένα, αλλά χρυσά.
Ο βασιλιάς σάστισε μόλις άκουσε τα λόγια αυτά, αλλά δεν τον πίστεψε και του απάντησε…
Κι αφού είναι έτσι, γιατί δεν το σπέρνεις εσύ;
Δεν είναι απλό μεγαλειότατε. Για να βγάλει χρυσά αχλάδια, θα πρέπει να φυτευτεί από κάποιον που δεν έχει κλέψει ποτέ του και δεν έχει κοροϊδέψει κανέναν. Αλλιώς τα αχλάδια του θα είναι τα συνηθισμένα που βλέπουμε και στην αγορά. Γι αυτό κι εγώ το προσφέρω σε εσάς. Είμαι σίγουρος πως εσείς δεν έχετε κλέψει ποτέ σας και δεν έχετε εξαπατήσει κανέναν.
Αυτά είναι ανοησίες…
…απάντησε ο βασιλιάς αν και βαθιά μέσα του πίστεψε στα λόγια του φτωχού. Θυμήθηκε όμως ότι όταν ήταν μικρός, είχε κλέψει από την μητέρα του ένα δαχτυλίδι που είχε στην κοσμηματοθήκη της και τότε κατηγορήθηκε μια υπηρέτρια. Έτσι φοβήθηκε ότι αν φύτευε αυτός το κουκούτσι, η αχλαδιά θα έβγαζε συνηθισμένα αχλάδια.
Ο φτωχός άνθρωπος γύρισε τότε προς τον υπουργό του βασιλιά και πρότεινε να το φυτέψει αυτός. Μα κι ο υπουργός αρνήθηκε θεωρώντας τα ανοησίες, αλλά στην αλήθεια φοβότανε για τον εαυτό του που εύκολα ο κόσμος τον δωροδοκούσε.
Στην συνέχεια πρότεινε τον στρατηγό του βασιλικού στρατού μα κι αυτός δεν δέχτηκε μιας και εξαπατούσε τους στρατιώτες του στην πληρωμή τους. Έπειτα στον ανώτατο δικαστή μα κι αυτός δεν ήταν καλύτερος. Πολλές φορές οι αποφάσεις τους ευνοούσαν τους πιο ισχυρούς κι έτσι αρνήθηκε να το πάρει και να το φυτέψει. Το ίδιο κι ο διευθυντής των φυλακών που ανάλογα με τα δώρα που λάμβανε από τους φυλακισμένους, ήταν λιγότερο ή και καθόλου αυστηρός απέναντί τους.
Αυτό συνεχίστηκε λίγο ακόμα και με άλλους άρχοντες και σύμβουλους του βασιλιά και κανείς δεν δεχότανε να πάρει να φυτέψει το κουκούτσι γιατί πολύ απλά κανείς τους δεν ήταν απολύτως καθαρός. Έτσι ο φτωχός άνθρωπος, γύρισε με νεύρο προς όλους αυτούς και τους είπε με θάρρος.
Είστε όλοι απαράδεκτοι γιατί είστε κλέφτες, ψεύτες και απατεώνες και δεν εξαιρώ κανέναν σας. Κι όμως κανείς σας δεν είναι στην φυλακή. Εγώ το μόνο που έκανα σε μια δύσκολη στιγμή, ήταν να κλέψω μια φτηνή ξύλινη πίπα και γι’ αυτό με έχουν βάλει στην φυλακή.
Σιωπή επικράτησε αρχικά στην αίθουσα, μα σύντομα ο βασιλιάς ξέσπασε σε γέλια. Παραδέχτηκε τον φτωχό άνθρωπο και διέταξε να τον αφήσουν ελεύθερο.