(Το παρακάτω παραμύθι δημιούργησαν τα παιδιά του Ειδικού Γυμνασίου Καβάλας κατά την επίσκεψη μας και στην δράση που πραγματοποιήσαμε για την εξωτερίκευση της φαντασίας τους χρησιμοποιώντας τα παραμυθοζάρια μας. Κατά την ρίψη των ζαριών από τα παιδιά, οι εικόνες που μας έτυχαν και με τις οποίες έπρεπε να ντύσουμε το παραμύθι – ιστορία μας ήταν: Φάκελος, πεταλούδα, ψάρι, ήλιος, περιστέρι και μπάλα.)
Ένα γλυκό φθινοπωρινό πρωινό καθόμουν στην κουζίνα μου και έπινα μυρωδικό τσάι. Άκουσα τον ταχυδρόμο να περνάει και κατάλαβα πως έριξε ένα γράμμα για μένα. Όταν άνοιξα το γραμματοκιβώτιο, είδα έναν μεγάλο φάκελο. Τον άνοιξα με ανυπομονησία. Από μέσα έπεσε ένα μικρό, πλατύ κουτί και ένα μεγάλο γράμμα. Το είχε στείλει από την Ιταλία ο θείος μου, ο πιο αγαπημένος μου θείος. Είχα χρόνια να τον δω!
Πριν ξεκινήσω να διαβάζω όσα μου έγραφε, άνοιξα με περιέργεια το μικρό κουτάκι. Ένα όμορφο κόσμημα σε σχήμα πεταλούδας, βιολετί, απαλή και βελούδινη, σχεδόν με κοίταζε στα μάτια.
Φόρεσα το όμορφο δώρο στο πέτο μου και ξεκίνησα να διαβάζω το γράμμα. Μα πριν καλά-καλά ολοκληρώσω την πρώτη πρόταση, στη μύτη μου έφτασε μία απαίσια μυρωδιά, μία μυρωδιά έντονης ψαρίλας. Ερχόταν από τον κήπο.
Έβαλα το γράμμα στην τσέπη, βγήκα και τι να δω! Η γάτα, που χρόνια κυκλοφορούσε στη γειτονιά, είχε βγάλει από τον κάδο των σκουπιδιών ένα ψαροκόκκαλο μεγάλο και με κοίταζε περίεργα. Πολύ περίεργα!
Αχ εγώ η ανοικοκύρευτη, είχα ξεχάσει δύο μέρες να πετάξω τα σκουπίδια. Μπήκα πάλι στο σπίτι, φόρεσα τα πλαστικά κόκκινα γάντια που είχα για τις δουλειές του σπιτιού, που ταίριαζαν και με το κόκκινο παντελόνι μου και βγήκα να πάρω το ψαροκόκκαλο από το στόμα της γάτας.
Μα εκείνη μου δίνει μία γρατζουνιά! Ευτυχώς μόνο το γάντι μου σκίστηκε λίγο. Την κυνήγησα. Εκείνη, πιο γρήγορη, έτρεξε στην πίσω πλευρά του κήπου. Την ακολούθησα και την βρήκα δίπλα στην μικρή τεχνητή λιμνούλα μας. Μέσα, ένα χρυσόψαρο κολυμπούσε ζωηρά. Τι παράξενο …. Ήμουν σίγουρη πως με κοίταζε και εκείνο ίσια στα μάτια.
Εγώ προσπάθησα να διώξω τη γάτα και να την κάνω να αφήσει το ψαροκόκκαλο για να το πετάξω στα σκουπίδια.
Ξουτ, φώναξα, ξουτ….
Εκείνη το άφησε στην άκρη της λιμνούλας αλλά δεν κουνήθηκε. Κοίταζε μόνο με γουρλωμένα μάτια την καινούργια μου καρφίτσα, την μωβ βελούδινη πεταλούδα μου!
Μα τι μου συμβαίνει σήμερα;… αναρωτήθηκα.
Ο ήλιος είχε ανέβει ψηλά και ζέσταινε τόσο πολύ το κεφάλι μου, που νόμιζα πως από τη ζάλη μου έβλεπα αυτά τα παράξενα πράγματα! Ένιωσα τότε επάνω στον ώμο μου να φτερουγίζει και να κάθεται ένα περιστέρι που, ωωωω Θεέ μου, με κουτσούλησε! Αν είναι δυνατόν!
Γύρισα και το κοίταξα θυμωμένη. Και τότε εκείνο μου μίλησε με φωνή ανθρώπινη.
Μην ξαφνιάζεσαι, εμείς όλοι που μας βλέπεις εδώ, γνωρίζουμε τον αγαπημένο σου θείο από τότε που ήταν πολύ μικρός. Εκείνα τα χρόνια στην γειτονιά δεν υπήρχαν άλλα παιδάκια. Έτσι, του άρεσε να παίζει μαζί μας. Όταν έφυγε για την Ιταλία, υποσχέθηκε πως δεν θα μας ξεχάσει. Περιμέναμε…περιμέναμε… Ώσπου σήμερα νιώσαμε πως το γράμμα που τόσα χρόνια λαχταρούμε, επιτέλους ήρθε! Έλα να το διαβάσουμε όλοι μαζί, σε παρακαλούμε!
Ήμουν τόσο ξαφνιασμένη που δεν έφερα καμία αντίρρηση! Έβαλα το χέρι στην τσέπη, έβγαλα το γράμμα και ξεκίνησα να διαβάζω:
«Αγαπημένη μου ανιψιά,
Σου στέλνω αυτό το γράμμα για να σου πω ένα μυστικό….»
Και εκεί διάβασα όλα όσα μου είπε το περιστέρι. Ήταν αλήθεια όλα! Στο τέλος, ο θείος μου έγραφε:
«Μπορείς να φανταστείς ότι με αυτούς τους μικρούς μου φίλους μπορούσα να παίζω παιχνίδια; Είχαμε θυμάμαι και μία μικρή μπάλα. Τόσο μικρή που ακόμα και το χρυσόψαρο, το έπαιρνα κάποιες φορές στην μπανιέρα μου και εκείνο μέσα από το νερό πηδούσε ψηλά, χτυπούσε την μπάλα με την μυτούλα του και εγώ την έπιανα και την ξανά έστελνα πίσω. Κάτι σαν τένις δηλαδή.
Και τώρα, αγαπημένη μου ανήψια, πρόσεξε αυτό που θα σου πω. Μέσα στην μωβ καρφιτσούλα που σου έστειλα, είναι κρυμμένη η αληθινή μου φίλη η πεταλούδα. Μόνον έτσι, βλέπεις, θα μπορούσε να ζήσει μέχρι να έρθει η ώρα να επιστρέψω. Ήταν και η μόνη από τους φίλους μου που είχα μαζί μου τόσα χρόνια εδώ στην Ιταλία. Να μου την προσέχεις πολύ!
Μιας και έχω σε λίγες μέρες τα γενέθλιά μου, σκέφτηκα να έρθω να τα γιορτάσω κοντά σας. Ω, μου έλειψαν τόσο πολύ οι μικροί μου φίλοι! Συμφωνείς;»
Μα και βέβαια συμφώνησα!
Σε λίγες μέρες ο θείος έφτασε. Αγκαλιαστήκαμε σφιχτά και πήγαμε δίπλα στην λιμνούλα. Ήρθε τρέχοντας η γάτα, πέταξε κοντά μας και το περιστέρι τιτιβίζοντας. Το ψαράκι πηδούσε ψηλά χαρούμενο. Και ο θείος άνοιξε με ένα μικρό κλειδάκι το κόσμημα.
Πετάχτηκε τότε από μέσα μια υπέροχη πεταλούδα που, αφού πέταξε για λίγο για να ξεπιαστεί, κάθισε επάνω στο κεφάλι του.
Κάναμε γενέθλια με μια τεράστια ψαρότουρτα! Δεν μπορώ να σας περιγράψω την χαρά αυτής της τοοοόσο παράξενης συντροφιάς. Γέλια, φτερουγίσματα, νιαουρίσματα, βουτιές!
Άλλο να σας το λέω και άλλο να το βλέπατε.
Ψέματα ή αλήθεια, έτσι λέν τα παραμύθια!
(Οι ζωγραφιές που ακολουθούν είναι των παιδιών από το Ειδικό Γυμνάσιο)







