Το παρακάτω παραμύθι συμμετείχε στον διαγωνισμό συγγραφής παραμυθιού που συνδιοργανώσαμε «Οι Παραμυθάδες» και η Δημοτική Βιβλιοθήκη Καβάλας «Βασίλης Βασιλικός» με την υποστήριξη του Δήμου Καβάλας.
Διακρίθηκε με το δεύτερο βραβείο στην κατηγορία Ενήλικων Δημιουργών. Γράφτηκε από την νηπιαγωγό Ζαμπία Λαζανάκη ενώ η εικονογράφηση έγινε από μαθητές του 28ου Νηπιαγωγείου Ηρακλείου.
(Για να δείτε την μετάδοση των αποτελεσμάτων πατήστε εδώ)
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του παραμυθιού ή και μέρος αυτού και η όποια χρήση ή εκμετάλευσή του χωρίς την έγκριση του/των δημιουργού/ών.
«Μια ηλιαχτίδα ουρανός»
Ένας τρομακτικός θόρυβος ακούστηκε.
Ο Ορέστης πετάχτηκε τρομαγμένος από την καρέκλα του.
«Έπεσε ο ουρανός έπεσε ο ουρανός»
Φώναζε ο Μάνος, ο μικρός αδελφός του.
«Πάμε να μαζέψουμε τ’ αστέρια και τα σύννεφα, έλα Ορέστη πάμε, πριν τα πάρουνε όλα».
Ο Ορέστης δεν έδωσε σημασία στον Μάνο. Ανήσυχος έτρεξε στο μπαμπά του.
– Μπαμπά τι συμβαίνει;
– Έγινε κάτι τρομερό Ορέστη. Ο πλανήτης Κ 19 έπεσε στη γη.
– Δηλαδή ο Μάνος έχει δίκιο; Έπεσε ο ουρανός;
– Περίπου Ορέστη…
Τις επόμενες μέρες η οικογένεια του Ορέστη και όλες οι οικογένειες κλείστηκαν σπίτια τους. Ο μπαμπάς έλεγε ότι μόνο έτσι θα μπορούσε να ξανασηκωθεί ο ουρανός. Η μαμά δεν ήταν πια χαρούμενη, δεν τραγουδούσε, χάθηκαν οι νότες, μπερδεύτηκαν οι μελωδίες.
Ο Μάνος κοιτούσε από το κλεισμένο παράθυρο τον ουρανό που είχε πέσει, σαν να του ζητούσε κάτι.
Ο παππούς και η γιαγιά ζούσαν κι αυτοί κλεισμένοι στο σπίτι τους, μακριά από το δικό του. Τους έβλεπε κάθε μέρα με βιντεοκλήση όμως δεν μπορούσε να νιώσει το χάδι στα μαλλιά του. Δεν μπορούσε να χωθεί στην αγκαλιά τους.
Και μια λέξη ακουγόταν απ όλους:
«Να προσέχετε».
Μα τι είχε γίνει και όλα άλλαξαν ξαφνικά; Είχε συμβεί κάτι που κανείς δε φανταζόταν. Ο πλανήτης Κ 19 όταν έπεσε στη γη άνοιξε σαν καρυδότσουφλο και από μέσα του ελευθερώθηκαν εκατομμύρια μικρά ποδαράκια. Ναι καλά διαβάσατε ποδαράκια!
Αυτά τα ποδαράκια δεν ήταν από εκείνα που τους άρεσε να παίζουν μπάλα και κουτσό, να χορεύουν μπαλέτο και συρτάκι, να κάνουν τραμπολίνο και ποδήλατο. Αυτά τα εκατομμύρια ποδαράκια ένα παιχνίδι ήξεραν να παίζουν: το κυνηγητό.
Κυνηγούσαν όλους τους ανθρώπους, και όταν τους έφταναν τους έβαζαν τρικλοποδιά και έπεφταν κάτω.
Αυτό το παιχνιδι ήταν το αγαπημένο τους.
Έβλεπαν τους ανθρώπους να πέφτουν, να χτυπούν, να πονάνε και ξεκαρδιζόταν στα γέλια. Δεν είχαν κοιλιά, να τους πονέσει από τα γέλια γι αυτό δε σταματούσαν ποτέ. Ευτυχώς τα παιδιά έτρεχαν γρήγορα και ξέφευγαν. Οι μεγάλοι όμως… Κλείστηκαν όλοι σπίτια τους για να τα αποφύγουν.
Ο Ορέστης δεν κοιμήθηκε δύο μερόνυχτα. Στο μυαλό του έλαμψε σαν μια ηλιαχτίδα ένα σχέδιο για να ξεφορτωθούν τα ποδαράκια για πάντα! Όμως μόνος του δεν μπορούσε να το βάλει σε εφαρμογή. Χρειαζόταν τη βοήθεια των φίλων του.
Άνοιξε τον υπολογιστή και συνδέθηκε μαζί τους. Η Δανάη ζούσε σε ένα σπίτι κοντά στη θάλασσα. Κάθε μέρα από το κλειστό παράθυρο την έβλεπε να κυματίζει. Η Σταυριανή είχε το σπίτι της σε ένα μικρό λόφο γεμάτο χαλίκια, πέτρες, ανεμώνες και αμυγδαλιές. Ο Άρης ήταν βουνίσιος, το σπίτι του ήταν δίπλα σε μια βουνοκορφή που το χιόνι τη χρύσιζε ακόμη. Η Νεφέλη κατοικούσε δίπλα σε ένα ξωκλήσι με άσπρους τοίχους και γαλάζια σκεπή!
Η ηλιαχτίδα που έλαμψε στο μυαλό του Ορέστη του είχε ψιθυρίσει να φτιάξει ένα κοκτέιλ από όλα τα μέρη της γης, που τα ποδαράκια δεν θα μπορούσαν να τρέξουν γρήγορα. Ζήτησε λοιπόν από τη Δανάη τη Σταυριανή, τον Άρη και την Νεφέλη να στείλουν με το ταχυδρομείο λίγη θάλασσα, λίγο λόφο, λίγο χιόνι και λίγο λάδι από το ξωκλήσι.
Όμως κάτι του έλειπε και ήξερε που θα το βρει.
– Μάνο θα μου δείξεις τους θησαυρούς σου; Ψάχνω κάτι.
– Οι θησαυροί μου έχουν ό,τι θες, είναι σπάνιοι και πολύτιμοι.
– Θέλω μια ηλιαχτίδα. Εχεις;
– Βέβαια έχω, την μάζεψα όταν έγινε η έκλειψη ηλίου, είχε πέσει στη γη μόνη και φοβισμένη.
– Μάνο… εσύ είσαι ο θησαυρός!
Την επόμενη μέρα το κοκτέιλ του Ορέστη ήταν έτοιμο. Το ανακάτεψε με την ηλιαχτίδα 19 φορές για να το ζεστάνει και έριξε μέσα 19 σταγόνες από το λάδι για να γλιστράει! Το έδωσε στον μπαμπά του να το σκορπίσει στη γη. Σας είπα ότι ο μπαμπάς του Ορέστη ήταν πιλότος σε πυροσβεστικά αεροπλάνα;
Σε λίγη ώρα 19 αεροπλάνα πετούσαν στον ουρανό και ράντιζαν τη γη με το κοκτέιλ. Μακάρι να ήσασταν από μια πλευρά να βλέπατε τι έγινε! Τα ποδαράκια πατούσαν το κοκτέιλ και άρχισαν να σκοντάφτουν, να πέφτουν, να γλιστρούν, να κουτρουβαλάνε! Τώρα δε γελούσαν, μόνο πονούσαν.
Σε λίγες ώρες είχαν μαζέψει τα μπογαλάκια τους και είχαν εξαφανιστεί από τη γη.
Η γη και οι άνθρωποι ελευθερώθηκαν!
Όταν ο Ορέστης με τον μπαμπά του και το Μάνο βγήκαν από το σπίτι, έγινε κάτι μαγικό! Όλοι οι άνθρωποι βγήκαν στα μπαλκόνια τους και άρχισαν να τους χειροκροτούν…
Και η ηλιαχτίδα έκανε 19 πιρουέτες και πήδηξε στον ουρανό, στη θέση της, στην αγκαλιά του ήλιου!
Η συγγραφέας
«…Οι άνθρωποι είναι όλα όσα κουβαλάνε μέσα τους.
Εγώ κουβαλάω τον πλούτο των παιδικών μου χρώνων σε όλη μου τη ζωή.
Κουβαλάω την ευτυχία να περνάω τη μέρα μου με παιδιά. Δουλειά το λένε άλλοι, εγώ το λέω τύχη!
Κουβαλάω μια παλέτα γεμάτη χρώματα και λέξεις… και τα διασπείρω σε λευκούς τοίχους και σελίδες…
Κουβαλάω και ένα παραμύθι: «Η γαλατένια γαρδένια» που έχει μέσα κάτι από όλα αυτά.
Ζαμπία Λαζανάκη, νηπιαγωγός