που μεγάλωσε και ξετυλίχτηκε στην πλαγιά του βουνού,
της Παλιάς Καβάλας…
Ξετυλίχτηκε και κατηφόρισε προς τον Νερόμυλο.Έμαθε πως εκεί γίνεται μεγάλο και τρανό πανηγύρι με συναυλίες και αθλήματα και χωριάτικες πίτες και κυνήγι θησαυρού και κουκλοθέατρο και κατασκευές και πολλά όμορφα θαυμαστά πράγματα.
Οι άνθρωποι το λέγανε Wood Water Wild Festival και πήγαιναν εκεί εδώ και έξι χρόνια. Φέτος ήθελε κι αυτό να συμμετέχει αλλά τον κόσμο τον πολύ, τον φοβότανε.
Έτσι οι διοργανωτές αποφάσισαν να ακουμπήσουν την άκρη του δίπλα σε μια σπηλιά, δίπλα στην καρδιά ενός βράχου που αγαπούσε τα παραμύθια και τα παιδιά και εδώ και τέσσερα χρόνια φιλοξενούσε τους φίλους του, τους Παραμυθάδες!
Ωωω…τι όμορφα που ήταν εκεί !!!
Μέσα στη σπηλιά ένα φαναράκι άναβε και ένα βιβλίο γεμάτο παραμύθια περίμενε τους μικρούς του φίλους. Το λιγοστό φως του φαναριού, ήταν αρκετό να φωτίσει την σπηλιά που έκρυβε το βιβλίο. Το φως αυτό, ήταν αρκετό για να το δει κάποιος, όχι από πολύ μακριά και να πλησιάσει.
Σε λίγο εμφανίστηκε ο πρώτος, …
ο πρώτος μικρός εξερευνητής αυτής της όμορφης φύσης. Στάθηκε στο άνοιγμα της σπηλιάς και κοίταξε μέσα. Είδε το φαναράκι που έκαιγε. Η μικρή φωτίτσα του κέντρισε το ενδιαφέρον.
Περπάτησε προς το κέντρο και στάθηκε από πάνω του…
έσκυψε και άρχισε να ξεφυλλίζει το βιβλίο…
Τα παραμύθια άρχισαν να πετάγονται από μέσα…
να δραπετεύουν…
μα δεν λέγανε να βγούνε από την σπηλιά.
Σαν να υπήρχε ένα αόρατο ξωτικό που τα εμπόδιζε να βγουν από αυτήν.
Τα παραμύθια τότε, γίνανε εικόνες που αγκαλιάσανε το εσωτερικό της σπηλιάς.
Ο μικρός μας φίλος τα κοιτούσε εκστασιασμένος.
Του άρεσε τόσο που έτρεξε και φώναξε τους φίλους του και κείνοι φώναξαν τους δικούς τους και άρχισαν όλοι να ανηφορίζουν στην παραμυθοσπηλιά.
Και τα πουλάκια άφησαν τις ταϊστρες τους και ήρθαν στα κοντινά κλαδιά να βοηθήσουν με το κελάηδημά τους τα παραμύθια να ταξιδέψουν στις καρδιές των παιδιών.
Και τα λουλούδια…τα λουλούδια στείλανε το πιο υπέροχο μοσχοβολητό τους και γέμισε ο τόπος αρώματα μεθυστικά.
Τότε έγινε κάτι μαγικό!!! Παραμυθάδες…πολλοί παραμυθάδες, άρχισαν να αφηγούνται παραμύθια!!!
Το μικρό μονοπάτι δεν θυμόταν ποτέ να ήταν τόσο ευτυχισμένο και συγκινημένο όσο αυτές τις δύο μέρες! Ευχόταν με όλη του την δύναμη να μην τελειώσει ποτέ αυτή η γιορτή! Όμως τότε ένα μικρό κοριτσάκι γονάτισε και έσβησε το φαναράκι, πήρε το βιβλίο με τα παραμύθια και βγήκε από την σπηλιά!
Το καημένο το μονοπάτι ήθελε να βάλει τα κλάματα, απελπισμένο που θα έχανε το πιο όμορφο πράγμα που είχε γνωρίσει αλλά εκείνη την στιγμή άκουσε τους Παραμυθάδες να λένε στην σπηλιά τους:
Γειά σου, παραμυθοσπηλιά μας, θα τα πούμε και πάλι του χρόνου!!!
Αχ, τι ανακούφιση που ένοιωσε… «θα ξανάρθουν λοιπόν, του χρόνου θα είναι πάλι εδώ».
Έτσι, ήσυχο και χαρούμενο χαμογέλασε στα δέντρα που το κοίταζαν στοργικά! Εκείνα ήξεραν καλά ότι εδώ και τέσσερα χρόνια οι Παραμυθάδες ήταν πάντα κοντά τους!